Τρίτη 27 Μαρτίου 2012

Η Κυριακή των Βαΐων

Με τον καιρό η πίστη του κόσμου προς τον Ιησού μεγάλωνε. Όταν έμαθαν ότι θα ερχόταν στα Ιεροσόλυμα, σκέφτηκαν να του ετοιμάσουν μια θεαματική υποδοχή.

 Ο Χριστός πάνω σ’ ένα γαϊδουράκι μπήκε στην πόλη κι ο κόσμος Τον προϋπάντησε με βάγια, φωνάζοντάς Του:
« Δόξα σε Σένα που έρχεσαι από το Θεό! Σώσε μας… »

Πολλοί έστρωναν τα ρούχα τους, για να περάσει ο Κύριος. Όλοι πανηγύριζαν και μονάχα οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι παρακολουθούσαν με μίσος. Έπρεπε οπωσδήποτε να Τον πιάσουν και να Τον θανατώσουν, όμως δεν ήξεραν πώς.
            Σ’ αυτό τους βοήθησε ένας από τους δώδεκα μαθητές, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, που πήγε ακάλεστος στο συμβούλιό τους και είπε:


- Ξέρω γιατί συνεδριάζετε. Τι μου δίνετε για να σας οδηγήσω σ’ Αυτόν;
- Θα έχεις τριάντα αργύρια, του απάντησε ο Αρχιερέας Καϊάφας και του’ δωσε ένα πουγκί με τα χρήματα.

           

 Ο φιλάργυρος μαθητής πήρε τα χρήματα κι έφυγε.
Από εκείνη τη στιγμή περίμενε την ευκαιρία να προδώσει το Δάσκαλό του!





          

 Την Κυριακή των Βαΐων, όλες οι εκκλησιές στολίζονται με κλαδιά από βάγια ή δάφνη. Τα μαζεύουν από τις ρεματιές οι νιόνυφες του χωριού. Απ’ αυτά μοιράζονται στους πιστούς ( το ίδιο γίνεται και στις πόλεις ) και το έθιμο συμπληρώνεται με τα βαγιοχτυπήματα (στα χωριά), ελαφρά χτυπήματα με βαγιόκλαδα, που δίνουν στις νιόνυφες οι άλλες γυναίκες.

           

 Τα βάγια έχουν τη δύναμη να διώχνουν το κακό μάτι, τους κοριούς κι άλλα ζωύφια από το σπίτι.

            Την Κυριακή των Βαΐων, χαλαρώνει κι η νηστεία της Σαρακοστής, γιατί η εκκλησία θέλει να τιμήσει τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Έτσι, όσοι νηστεύουν, μπορούν να φάνε ψάρι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ...



Του Κωστή Παλαμά
Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές!
Κι ότι σ' απόμεινε ακόμη στη ζωή σου,
Μην τ' αρνηθείς!
Θυσίασέ το ως τη στερνή πνοή σου!
Χτισ' το παλάτι, δάσκαλε σοφέ!
Κι αν λίγη δύναμη μεσ' το κορμί σου μένει,
Μην κουρασθείς.
Είν' η ψυχή σου ατσαλωμένη.
Θεμέλια βάλε τώρα πιο βαθειά,
Ο πόλεμος να μη μπορεί να τα γκρεμίσει.
Σκάψε βαθειά.
Τι κι' αν πολλοί σ’ έχουνε λησμονήσει;
Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί
Τα βάρη που κρατάς σαν 'Ατλαντας στην πλάτη,
Υπομονή!
Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι!

Η ιστορία είναι εξαιρετικά αφιερωμένη σε όλους αυτούς που σώζουν "αστερίες"!!!

Μια μέρα, ένας άνθρωπος περπατούσε στην ακρογιαλιά.
Την προηγούμενη νύχτα είχε προηγηθεί σφοδρή θαλασσοταραχή και η φουσκοθαλασσιά είχε ξεβράσει στην ακτή εκατοντάδες αστερίες.
Κάποια στιγμή είδε ένα παιδί να σκύβει στην άμμο, να σηκώνει κάτι και πολύ απαλά να το πετά μέσα στην θάλασσα.
Η κίνηση αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές, ώσπου να πλησιάσει κοντά.
Τότε διαπίστωσε ότι το παιδί μάζευε τους αστερίες και τους ξαναπετούσε στη θάλασσα. Καθώς το παιδί ήταν αφοσιωμένο στο έργο του και δεν τον είχε αντιληφθεί, ο άνθρωπος στάθηκε και το παρατηρούσε για πολλή ώρα .
Ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπό του και η έκφραση του προσώπου του ήταν σφιγμένη από την προσπάθεια.
Κάποια στιγμή ο άνθρωπός μας αποφάσισε να κάνει αισθητή την παρουσία του και του φώναξε:

“Καλημέρα! Τι κάνεις εδώ;”


Το παιδί, σταμάτησε για μια στιγμή, κοίταξε τον άνδρα και του απάντησε:

« Δε βλέπεις; Πετάω αστερίες στην θάλασσα”.

- Δεν έχει νόημα αυτό που κάνεις, του αντιγύρισε ο άνθρωπος. Είναι εκατοντάδες οι αστερίες που πεθαίνουν στην αμμουδιά. Δεν έχει σημασία αυτό που κάνεις!

Το παιδί τον κοίταξε, του έδειξε τον αστερία που κρατούσε στο χέρι του και του είπε:
- Έχει όμως σημασία για αυτόν εδώ!...

Και λέγοντας αυτά τα λόγια πέταξε τον αστερία απαλά μέσα στην θάλασσα.

Ο άνθρωπός μας συνέχισε το δρόμο του, περπατώντας πλάι στους ξεβρασμένους αστερίες.
Λίγο παρακάτω όμως, κάποιοι τον είδαν να κοιτάει κλεφτά γύρω του μήπως τον βλέπει κανείς κι όταν βεβαιώθηκε πως ήταν μόνος του, έσκυψε μάζεψε έναν αστερία και να τον απίθωσε μαλακά στη θάλασσα...

back to top