Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Η ΦΩΚΙΑ ΜΟΡΓΚΑΝΑ

       Η ΄Αρια και η ΄Ασια  δύο αδερφάκια πηγαίνουν κάθε καλοκαίρι στην Σίφνο στον παππού και στην γιαγιά τους. Στην Σίφνο έχουν ένα μεγάλο μυστικό, μια κρυφή φίλη την Μοργκάνα.
        Κάθε πρωί πριν την ανατολή του ήλιου σηκώνονται σιγά σιγά  απ΄το κρεβάτι τους, κατεβαίνουν πατώντας στις μύτες των ποδιών τους τις ξύλινες σκάλες, ανοίγουν τη πόρτα στρίβοντας το παλιό μεταλλικό πόμολο και τρέχουν να συναντήσουν την Μοργκάνα. Το κρατάνε μυστικό γιατί η Μοργκάνα δεν είναι ένα συνηθισμένο κορίτσι, είναι μια εφτάχρονη φώκια. Τη συναντάνε σε μια μικρή παραλία που γύρω της έχει τεράστια βράχια. Η θάλασσα είναι καταγάλανη και γαλήνια. Με την Μοργκάνα κολυμπάνε, παίζουν και λιάζονται στον ήλιο.
        Την συνάντησαν για πρώτη φορά πριν από έξι χρόνια. Στην αρχή τρόμαξαν όταν είδαν ένα γυαλιστερό φαλακρό ζωάκι με μεγάλα μουστάκια. Κρύφτηκαν πίσω από ένα βράχο και την παρακολουθούσαν. Καθόταν κι λιαζόταν στην άμμο και ξαφνικά άρχισε να χτυπιέται και να βγάζει  δυνατές κραυγές καθώς κυλιόταν στα χαλίκια. Οι κραυγές της ήταν τόσο δυνατές που τους τρυπούσαν τ’ αυτιά. ΄Ηταν σαν να φώναζε βοήθεια. Τότε τα κορίτσια πήραν την απόφαση να πάνε κοντά της.
         Πλησίασαν σιγά σιγά και στάθηκαν δίπλα της. Η ΄Άρια που ήταν η πιο μικρή έβαλε τα κλάματα, τότε η ΄Άσια της είπε "Μην κλαις, χάιδεψε την για να δω τι έχει." Η Άρια την χάιδευε δειλά. Η Άσια πρόσεξε ένα ματωμένο σημείο, άρχισε να την χαϊδεύει και τράβηξε μια πινέζα απ΄ την κοιλιά της. Η φώκια τις κοίταζε λες  και τους έλεγε ευχαριστώ.
         Από τότε γίναν φίλες. Τα κορίτσια την βάφτισαν Μοργκάνα από ένα τραγούδι που τραγουδούσε η μαμά τους  και είναι το πιο γλυκό τους μυστικό!!!

ΝΑΣΙΑ ΧΡΥΣΟΓΕΛΟΥ





1 σχόλιο:

  1. ΑΧ ΤΙ ΩΡΑΙΑ ΚΑΙ ΓΛΥΚΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ! ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΚΑΛΟΓΡΑΜΜΕΝΗ ΕΙΝΑΙ ΒΕΒΑΙΑ, ΔΕ ΤΟ ΣΥΖΗΤΩ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ...



Του Κωστή Παλαμά
Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές!
Κι ότι σ' απόμεινε ακόμη στη ζωή σου,
Μην τ' αρνηθείς!
Θυσίασέ το ως τη στερνή πνοή σου!
Χτισ' το παλάτι, δάσκαλε σοφέ!
Κι αν λίγη δύναμη μεσ' το κορμί σου μένει,
Μην κουρασθείς.
Είν' η ψυχή σου ατσαλωμένη.
Θεμέλια βάλε τώρα πιο βαθειά,
Ο πόλεμος να μη μπορεί να τα γκρεμίσει.
Σκάψε βαθειά.
Τι κι' αν πολλοί σ’ έχουνε λησμονήσει;
Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί
Τα βάρη που κρατάς σαν 'Ατλαντας στην πλάτη,
Υπομονή!
Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι!

Η ιστορία είναι εξαιρετικά αφιερωμένη σε όλους αυτούς που σώζουν "αστερίες"!!!

Μια μέρα, ένας άνθρωπος περπατούσε στην ακρογιαλιά.
Την προηγούμενη νύχτα είχε προηγηθεί σφοδρή θαλασσοταραχή και η φουσκοθαλασσιά είχε ξεβράσει στην ακτή εκατοντάδες αστερίες.
Κάποια στιγμή είδε ένα παιδί να σκύβει στην άμμο, να σηκώνει κάτι και πολύ απαλά να το πετά μέσα στην θάλασσα.
Η κίνηση αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές, ώσπου να πλησιάσει κοντά.
Τότε διαπίστωσε ότι το παιδί μάζευε τους αστερίες και τους ξαναπετούσε στη θάλασσα. Καθώς το παιδί ήταν αφοσιωμένο στο έργο του και δεν τον είχε αντιληφθεί, ο άνθρωπος στάθηκε και το παρατηρούσε για πολλή ώρα .
Ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπό του και η έκφραση του προσώπου του ήταν σφιγμένη από την προσπάθεια.
Κάποια στιγμή ο άνθρωπός μας αποφάσισε να κάνει αισθητή την παρουσία του και του φώναξε:

“Καλημέρα! Τι κάνεις εδώ;”


Το παιδί, σταμάτησε για μια στιγμή, κοίταξε τον άνδρα και του απάντησε:

« Δε βλέπεις; Πετάω αστερίες στην θάλασσα”.

- Δεν έχει νόημα αυτό που κάνεις, του αντιγύρισε ο άνθρωπος. Είναι εκατοντάδες οι αστερίες που πεθαίνουν στην αμμουδιά. Δεν έχει σημασία αυτό που κάνεις!

Το παιδί τον κοίταξε, του έδειξε τον αστερία που κρατούσε στο χέρι του και του είπε:
- Έχει όμως σημασία για αυτόν εδώ!...

Και λέγοντας αυτά τα λόγια πέταξε τον αστερία απαλά μέσα στην θάλασσα.

Ο άνθρωπός μας συνέχισε το δρόμο του, περπατώντας πλάι στους ξεβρασμένους αστερίες.
Λίγο παρακάτω όμως, κάποιοι τον είδαν να κοιτάει κλεφτά γύρω του μήπως τον βλέπει κανείς κι όταν βεβαιώθηκε πως ήταν μόνος του, έσκυψε μάζεψε έναν αστερία και να τον απίθωσε μαλακά στη θάλασσα...

back to top