Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Η αλεπού με την κομμένη ουρά Αισώπου


Για κοίταξε την κυρά Πονήρω, την αλεπού. Δε σου φαίνεται σκεπτική; Ξέρεις γιατί; Γιατί συλλογίζεται τι πονηριά να κάνει πάλι για να βρει έναν καλό μεζέ. Εκεί όμως που περπατούσε ξένοιαστη, χόπ, πιάνεται σε μια παγίδα. Ευτυχώς δεν πιάστηκε ολόκληρη, μόνο η ουρά της, και βάζοντας όλη της τη δύναμη μπόρεσε και λευτερώθηκε. Λαχανιασμένη, έτρεξε και έφτασε στο ποταμάκι. Σαν έσκυψε όμως να πιεί νερό, τι να δει; Η παγίδα της είχε κόψει την ουρά!
- Πω, πω, τι έπαθα, ξεφώνισε. Τι θα γίνω τώρα; Οι άλλες αλεπούδες θα 'χουν την όμορφη φουντωτή ουρά τους κι εγώ θα είμαι κολοβή σα μαϊμού; Κάτι πρέπει να σκεφτώ! Τι να κάνω;
Ξαφνικά της ήρθε μια σκέψη κι άρχισε να τρέχει έξω από όλες τις αλεπουδοφωλιές και να φωνάζει:
- Ελάτε όλες οι αλεπούδες στην πλατεία με τις αγριοκαστανιές, έχω να σας πω σπουδαία νέα.
Και να, σε λίγο, μικρές και μεγάλες αλεπούδες μαζεύτηκαν στην πλατεία.
-Έχω να σας πω ένα σπουδαίο νέο, τους είπε η κυρά Πονήρω. Ανακάλυψα πως η ουρά μας είναι το πιο περιττό μερος από το σώμα μας. Δεν είναι παι καθόλου της μόδας μια αλεπού να 'χει ουρά. Είναι απρέπεια κι εξ άλλου είναι και ένα περιττό βάρος. Γι' αυτό κι εγώ όπως βλέπετε, έκοψα τη δική μου ουρά για να σας δώσω το καλό παράδειγμα. Τρέξτε λοιπόν και κόψτε και σεις τη δικιά σας. Καμία δεν πρέπει να μείνει με ουρά.
Οι αλεπούδες άκουγαν και γύριζαν και κοίταζαν την ουρά τους. Μια όμως απ' αυτές, η πιο έξυπνη, της είπε:
- Αυτά να τα λες αλλού, κυρά Πονήρω. Επειδή, ποιος ξέρει, με ποια απροσεξία σου έχασες την ουρά σου, θέλεις τώρα να μας παρασύρεις και μας να κόψουμε τη δική μας ουρά. Σε καταλάβαμε, πονηρή. Αυτό σε συμφέρει. Μείνε λοιπόν μόνο εσύ κολοβή, κι εμείς με την όμορφη ουρά μας.
Και φύγανε όλες και παρατήσανε μόνη την πονηρή αλεπού να κοιτάζει λυπημένη την κομμένη της ουρά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

ΣΤΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ...



Του Κωστή Παλαμά
Σμίλεψε πάλι, δάσκαλε, ψυχές!
Κι ότι σ' απόμεινε ακόμη στη ζωή σου,
Μην τ' αρνηθείς!
Θυσίασέ το ως τη στερνή πνοή σου!
Χτισ' το παλάτι, δάσκαλε σοφέ!
Κι αν λίγη δύναμη μεσ' το κορμί σου μένει,
Μην κουρασθείς.
Είν' η ψυχή σου ατσαλωμένη.
Θεμέλια βάλε τώρα πιο βαθειά,
Ο πόλεμος να μη μπορεί να τα γκρεμίσει.
Σκάψε βαθειά.
Τι κι' αν πολλοί σ’ έχουνε λησμονήσει;
Θα θυμηθούνε κάποτε κι αυτοί
Τα βάρη που κρατάς σαν 'Ατλαντας στην πλάτη,
Υπομονή!
Χτίζε, σοφέ, της κοινωνίας το παλάτι!

Η ιστορία είναι εξαιρετικά αφιερωμένη σε όλους αυτούς που σώζουν "αστερίες"!!!

Μια μέρα, ένας άνθρωπος περπατούσε στην ακρογιαλιά.
Την προηγούμενη νύχτα είχε προηγηθεί σφοδρή θαλασσοταραχή και η φουσκοθαλασσιά είχε ξεβράσει στην ακτή εκατοντάδες αστερίες.
Κάποια στιγμή είδε ένα παιδί να σκύβει στην άμμο, να σηκώνει κάτι και πολύ απαλά να το πετά μέσα στην θάλασσα.
Η κίνηση αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές, ώσπου να πλησιάσει κοντά.
Τότε διαπίστωσε ότι το παιδί μάζευε τους αστερίες και τους ξαναπετούσε στη θάλασσα. Καθώς το παιδί ήταν αφοσιωμένο στο έργο του και δεν τον είχε αντιληφθεί, ο άνθρωπος στάθηκε και το παρατηρούσε για πολλή ώρα .
Ιδρώτας έτρεχε από το μέτωπό του και η έκφραση του προσώπου του ήταν σφιγμένη από την προσπάθεια.
Κάποια στιγμή ο άνθρωπός μας αποφάσισε να κάνει αισθητή την παρουσία του και του φώναξε:

“Καλημέρα! Τι κάνεις εδώ;”


Το παιδί, σταμάτησε για μια στιγμή, κοίταξε τον άνδρα και του απάντησε:

« Δε βλέπεις; Πετάω αστερίες στην θάλασσα”.

- Δεν έχει νόημα αυτό που κάνεις, του αντιγύρισε ο άνθρωπος. Είναι εκατοντάδες οι αστερίες που πεθαίνουν στην αμμουδιά. Δεν έχει σημασία αυτό που κάνεις!

Το παιδί τον κοίταξε, του έδειξε τον αστερία που κρατούσε στο χέρι του και του είπε:
- Έχει όμως σημασία για αυτόν εδώ!...

Και λέγοντας αυτά τα λόγια πέταξε τον αστερία απαλά μέσα στην θάλασσα.

Ο άνθρωπός μας συνέχισε το δρόμο του, περπατώντας πλάι στους ξεβρασμένους αστερίες.
Λίγο παρακάτω όμως, κάποιοι τον είδαν να κοιτάει κλεφτά γύρω του μήπως τον βλέπει κανείς κι όταν βεβαιώθηκε πως ήταν μόνος του, έσκυψε μάζεψε έναν αστερία και να τον απίθωσε μαλακά στη θάλασσα...

back to top